Νόμος 3/1998
Περί εθνικού δημοψηφίσματος και γενικής λαϊκής πρωτοβουλίας

Αποτελεί θεμελιώδη συνταγματική αρχή ότι η εξουσία ανήκει στον λαό, ο οποίος την ασκεί, μέσα στα πλαίσια που ορίζει το Σύνταγμα, κυρίως μέσω των αιρετών αντιπροσώπων του. Η δημοκρατική άσκηση της εξουσίας παρέχει στον λαό τη δυνατότητα να συμμετέχει άμεσα, με ψηφοφορία, στις αποφάσεις για τα κρίσιμα εθνικά θέματα και να επηρεάζει ή να μεταβάλλει τις επιλογές της Εθνικής Αντιπροσωπείας.

Έχοντας υπόψη αυτές τις γενικές αρχές, η Βουλή θεσπίζει τον ακόλουθο νόμο:

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1. Στην Ουγγρική Δημοκρατία, στο εθνικό δημοψήφισμα (εφεξής «δημοψήφισμα») και στη γενική λαϊκή πρωτοβουλία (εφεξής «λαϊκή πρωτοβουλία») μπορούν να συμμετέχουν όλοι όσοι έχουν εκλογικό δικαίωμα στις βουλευτικές εκλογές (εφεξής «εκλογείς»).

Άρθρο 2. Πριν από την έναρξη της συλλογής υπογραφών τα δείγματα των φύλλων υπογραφών υποβάλλονται για επικύρωση στην Κεντρική Εκλογική Επιτροπή.

Άρθρο 3. (1) Υπογραφές για την υποστήριξη προκήρυξης δημοψηφίσματος, μετά από πρωτοβουλία των πολιτών, και για την υποστήριξη λαϊκής πρωτοβουλίας συλλέγονται με φύλλα υπογραφών που συμφωνούν με το επικυρωμένο δείγμα.

(2) Δεν επιτρέπεται η συλλογή υπογραφών την ημέρα των γενικών εκλογών των βουλευτών, των συμβούλων και δημάρχων της τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και μέσα στις προηγούμενες και στις αμέσως επόμενες σαράντα μία (41) ημέρες.

Άρθρο 4. (1) Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή μεριμνά για την επαλήθευση των υπογραφών της πρωτοβουλίας των πολιτών για την προκήρυξη δημοψηφίσματος καθώς και των υπογραφών της λαϊκής πρωτοβουλίας.

(2) Σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του άρθρου 28Ε του Συντάγματος, η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή δεν προβαίνει στην επαλήθευση των υπογραφών.

(3) Για την παρέλευση απράκτου της προθεσμίας της παρ. (2) καθώς και για τα ευρήματα της επαλήθευσης των υπογραφών ο πρόεδρος της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής ενημερώνει αμελλητί τον πρόεδρο της Βουλής.

Άρθρο 5. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της πρωτοβουλίας των πολιτών για την προκήρυξη δημοψηφίσματος ή της λαϊκής πρωτοβουλίας ή εφόσον βάσει της επαλήθευσης των υπογραφών η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι έγκυρες υπογραφές δεν φτάνουν το όριο που προβλέπεται από το Σύνταγμα, ο πρόεδρος της Βουλής στην πρώτη συνεδρία μετά την κοινοποίηση της αναφοράς του άρθρου 4, παρ. (3) αναγγέλλει ότι η πρωτοβουλία δεν πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις.

Άρθρο 6. Σε περίπτωση που η πρωτοβουλία πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις, ο πρόεδρος της Βουλής προβαίνει στη σχετική αναγγελία στην πρώτη συνεδρία μετά την κοινοποίηση της αναφοράς του άρθρου 4, παρ. (3) και του άρθρου 9, παρ. (2).

Άρθρο 7. (1) Η Βουλή υποχρεούται να εγγράψει στην ημερησία διάταξη και να συζητήσει την πρωτοβουλία.

(2) Κατά τον υπολογισμό της προθεσμίας του άρθρου 14, παρ. (1) και του άρθρου 20 δεν λαμβάνονται υπόψη τα διαλείμματα των βουλευτικών συνόδων και το χρονικό διάστημα της αναβολής της συζήτησης.

Δημοψήφισμα

Άρθρο 8. (1) Η απόφαση που λαμβάνεται με έγκυρο αποφασιστικό δημοψήφισμα είναι δεσμευτική για τη Βουλή.

(2) Το συμβουλευτικό δημοψήφισμα εξασφαλίζει τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Βουλής, αλλά δεν δεσμεύει τη Βουλή για μια συγκεκριμένη απόφαση.

(3) Το υποχρεωτικό δημοψήφισμα είναι πάντοτε αποφασιστικό, ενώ το δημοψήφισμα που προκηρύσσεται μετά από την εκτίμηση των περιστάσεων (εφεξής «προαιρετικό») μπορεί να είναι —με την επιφύλαξη της παρ. (4)— είτε αποφασιστικό είτε συμβουλευτικό, ανάλογα με την απόφαση της Βουλής.

(4) Δημοψήφισμα που προκηρύσσεται για την επικύρωση νόμου που ψηφίστηκε από τη Βουλή, αλλά δεν υπεγράφη από τον πρόεδρο της δημοκρατίας, είναι πάντοτε αποφασιστικό.

Άρθρο 9. (1) Πρωτοβουλία για την προκήρυξη προαιρετικού δημοψηφίσματος υποβάλλεται από τον πρόεδρο της δημοκρατίας, την Κυβέρνηση ή από το ένα τρίτο των βουλευτών.

(2) Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή εξετάζει την πλήρωση των όρων που προβλέπονται από το Σύνταγμα και από το άρθρο 10, παρ. (α)‑(γ) και αποφασίζει αναλόγως για την επικύρωση του συγκεκριμένου ερωτήματος. Ο πρόεδρος της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής ενημερώνει αμελλητί για το αποτέλεσμα της επικύρωσης τον πρόεδρο της Βουλής.

(3) Σε περίπτωση που η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή δεν επικύρωσε το ερώτημα, ο πρόεδρος της Βουλής στην πρώτη συνεδρία μετά την κοινοποίηση της αναφοράς της παρ. (2) αναγγέλλει ότι η πρωτοβουλία δεν πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις.

Άρθρο 10. Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή αρνείται την επικύρωση του φύλλου υπογραφών εάν

(α) το ερώτημα δεν αποτελεί αρμοδιότητα της Βουλής,

(β) το ερώτημα δεν επιτρέπεται να τεθεί σε εθνικό δημοψήφισμα,

(γ) η διατύπωση του ερωτήματος δεν πληροί τους όρους του νόμου,

(δ) το φύλλο υπογραφών δεν πληροί του όρους του νόμου περί εκλογικής διαδικασίας.

Άρθρο 11. Με την επιφύλαξη της διακοπής της συλλογής υπογραφών κατά το άρθρο 118Α του νόμου 100/1997 «περί εκλογικής διαδικασίας» (εφεξής «Νόμος»), η πρωτοβουλία πολιτών για την προκήρυξη δημοψηφίσματος μπορεί να υποβάλλεται μόνο μία (1) φορά εντός τεσσάρων (4) μηνών από την επικύρωση του φύλλου υπογραφών στον πρόεδρο της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής. Οι υπογραφές που υποβάλλονται συμπληρωματικά, μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, θεωρούνται άκυρες.

Άρθρο 12. Σε περίπτωση που η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή επικύρωσε το φύλλο υπογραφών ή το ερώτημα, δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται νέο δείγμα των φύλλων υπογραφών για το ίδιο ερώτημα (άρθρο 2) ή νέα πρωτοβουλία για προκήρυξη δημοψηφίσματος (άρθρο 9)

(α) μέχρι τη διενέργεια του δημοψηφίσματος, ή

(β) μέχρι την απόρριψη της πρωτοβουλίας, ή

(γ) μέχρι την παρέλευση απράκτου της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή των φύλλων υπογραφών.

Άρθρο 13. (1) Το ερώτημα που τίθεται σε δημοψήφισμα πρέπει να είναι διατυπωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δοθεί σαφής απάντηση.

(2) Το συγκεκριμένο ερώτημα πρέπει να τίθεται σε δημοψήφισμα με τη διατύπωση που χρησιμοποιείται στην πρωτοβουλία.

Άρθρο 14. (1) Η απόφαση σχετικά με την πρωτοβουλία πρέπει να εκδίδεται

(α) προκειμένου για υποχρεωτικό δημοψήφισμα εντός δεκαπέντε (15) ημερών,

(β) προκειμένου για προαιρετικό δημοψήφισμα εντός τριάντα (30) ημερών

από την αναγγελία κατά το άρθρο 6.

(2) Η απόφαση της Βουλής αναφέρει ότι πρόκειται για αποφασιστικό ή συμβουλευτικό δημοψήφισμα, περιέχει το συγκεκριμένο ερώτημα που τίθεται σε δημοψήφισμα και περιλαμβάνει διάταξη για τον προϋπολογισμό του δημοψηφίσματος.

Άρθρο 15. Η ημερομηνία του δημοψηφίσματος ορίζεται από τον πρόεδρο της δημοκρατίας εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την παρέλευση απράκτου της προθε­σμίας υποβολής ένστασης ή, σε περίπτωση άσκησης ένστασης, από την εκδίκαση της ένστασης.

Άρθρο 16. (1) Το δημοψήφισμα πρέπει να προκηρύσσεται εντός ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης της Βουλής ή, σε περίπτωση άσκησης ένστασης, από την εκδίκαση της ένστασης.

(2) Το δημοψήφισμα πρέπει να προκηρύσσεται έτσι ώστε η ημέρα της ψηφοφορίας να μη συμπίπτει με αργία ή μη εργάσιμη ημέρα ή με την προηγούμενη ή την αμέσως επόμενη ημέρα.

(3) Δεν επιτρέπεται η διενέργεια δημοψηφίσματος την ημέρα των γενικών εκλογών των βουλευτών, των συμβούλων και δημάρχων της τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και μέσα στις προηγούμενες και στις αμέσως επόμενες σαράντα μία (41) ημέρες.

 (4) Εάν δεν είναι δυνατή η προκήρυξη του δημοψηφίσματος κατά την παρ. (1) λόγω της παρ. (3), τότε πρέπει να προκηρύσσεται εντός εκατόν τριάντα μία (131) ημέρες από τις εκλογές.

Λαϊκή πρωτοβουλία

Άρθρο 17. Στη λαϊκή πρωτοβουλία πρέπει να διατυπώνεται με ακρίβεια και σαφήνεια το προς συζήτηση θέμα.

Άρθρο 18. Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή αρνείται την επικύρωση του φύλλου υπογραφών εάν

(α) το θέμα δεν αποτελεί αρμοδιότητα της Βουλής,

(β) η διατύπωση του θέματος δεν πληροί τους όρους του νόμου,

(γ) το φύλλο υπογραφών δεν πληροί του όρους του νόμου περί εκλογικής διαδικασίας.

Άρθρο 19. Με την επιφύλαξη της διακοπής της συλλογής υπογραφών κατά το άρθρο 118Α του Νόμου, η λαϊκή πρωτοβουλία μπορεί να υποβάλλεται μόνο μία (1) φορά εντός δύο (2) μηνών από την επικύρωση του φύλλου υπογραφών στον πρόεδρο της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής. Οι υπογραφές που υποβάλλονται συμπληρωματικά, μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, θεωρούνται άκυρες.

Άρθρο 20. Για τη λαϊκή πρωτοβουλία πρέπει να εκδίδεται απόφαση εντός τριών (3) μηνών από την αναγγελία της παραγράφου 6.

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 21. (1) Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του.

(2) Με την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου τίθενται εκτός ισχύος

(α) ο Νόμος 18/1989 περί «δημοψηφίσματος και λαϊκής πρωτοβουλίας» και οι τροποποιητικοί και συμπληρω­μα­τι­κοί αυτού νόμοι 39/1989 και 46/1990,

(β) η παράγραφος (3) του άρθρου 115 του Νόμου 45/1990 περί «οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης».

Άρθρο 22. (1) Καταργείται.

(2) Καταργείται.

(3) Καταργείται.

Άρθρο 23. (1) Για το δημοψήφισμα που προκηρύχθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις που ήταν εν ισχύι κατά την ημερομηνία της προκήρυξής του.

(2) Σε περίπτωση που κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου ευρίσκεται σε εξέλιξη πρωτοβουλία των πολιτών που αποβλέπει στην προκήρυξη δημοψηφίσματος ή λαϊκή πρωτοβουλία, δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 2‑3 του παρόντος νόμου καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 11 που ορίζουν τις προθεσμίες υποβολής της πρωτοβουλίας.

(3) Στην περίπτωση της παραγράφου (2) η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή εξετάζει την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 10, εδ. (α)‑(δ) πριν από τον έλεγχο των υπογραφών.

(4) Στην περίπτωση της παραγράφου (2) η πρωτοβουλία για την προκήρυξη εθνικού δημοψηφίσματος και η λαϊκή πρωτοβουλία υποβάλλονται, αντιστοίχως, εντός τεσσάρων (4) και δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.